Σοβαρές ενστάσεις για βασικά ζητήματα του νομοσχεδίου για το άσυλο εκφράζει η Ένωση Διοικητικών Δικαστών ενώ εγείρουν θέμα αντισυνταγματικότητας: «Διαφωνούμε με την πρόβλεψη για μονομελή σύνθεση των Επιτροπών στις ειδικά οριζόμενες περιπτώσεις, ρύθμιση η οποία ενδέχεται να κριθεί αντισυνταγματική», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Οι ενστάσεις
1) Διαφωνούμε με τη μη συμπερίληψη της περίπτωσης του πάσχοντος από μετατραυματικού στρες από ναυάγιο στην κατηγορία των ευάλωτων προσώπων (άρθρο 20 παρ. 3).
2) Διαφωνούμε με τη ρύθμιση του άρθρου 39 παρ. 10 α΄ σύμφωνα με την οποία, σε συνδυασμό με την ρύθμιση του άρθρου 57 στην οποία παραπέμπει, σε περίπτωση κατά την οποία ο αιτών διεθνή προστασία δεν θα συμμορφώνεται με τους όρους και τις προϋποθέσεις του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του κέντρου που διαμένει, θα περιορίζονται ή και θα διακόπτονται οι υλικές συνθήκες υποδοχής, καθόσον η ρύθμιση αυτή είναι ιδιαίτερα αυστηρή και δυσανάλογη της παράβασης. Συναφώς, διαφωνούμε με τη ρύθμιση του άρθρου 39 παρ. 10 β΄, σύμφωνα με την οποία, εάν ο αιτών διεθνή προστασία δεν συμμορφώνεται με την απόφαση μεταφοράς του, θα δημιουργείται τεκμήριο ότι δεν επιθυμεί την υπαγωγή του στις διατάξεις για χορήγηση διεθνούς προστασίας. Μια τέτοια κύρωση πέραν του ότι είναι δυσανάλογη με την παράβαση είναι και ασύνδετη με αυτή.
3) Διαφωνούμε με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1 από την οποία προκύπτει ότι δεν περιλαμβάνονται οι παράτυποι ανήλικοι σε αυτούς που θα έχουν δικαίωμα ένταξης σε μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Θεωρούμε ότι η παράλειψη αυτή παραβιάζει τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Επίσης, πρέπει να οριστεί σαφώς ότι είναι υποχρέωση των Αρχών για άμεσο διορισμό επιτρόπου του ασυνόδευτου ανηλίκου, δεδομένου ότι παρατηρείται στην πράξη το φαινόμενο να μην διορίζονται επίτροποι (άρθρο 75 παρ. 1). Θεωρούμε ότι θα πρέπει οι Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών να έχουν την ευχέρεια να παραπέμπουν τους ασυνόδευτους ανήλικους στις διαδικασίες διαπίστωσης της ανηλικότητας, αναβάλλοντας την έκδοση οριστικής απόφασης (άρθρο 75 παρ. 4).
4) Διαφωνούμε με την κατάργηση της δυνατότητας του αιτούντος διεθνή προστασία να έχει πρόσβαση στην απασχόληση μετά τη λήψη του δελτίου αιτούντος, παρά μόνο να παρέχεται τέτοιο δικαίωμα μετά πάροδο 6 μηνών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας κατάθεσης της αίτησης και υπό τον όρο ότι δεν θα έχει ληφθεί απόφαση σε πρώτο βαθμό (άρθρο 53).
5) Θεωρούμε ότι πρέπει να προστεθεί αυτοτελές κριτήριο στο άρθρο 86 παρ. 1 ως εξής: «παραμονή στην τρίτη χώρα μεγάλου αριθμού συμπολιτών του, με τους οποίους του συνδέει κοινή ιθαγένεια, κοινή γλώσσα και κοινή θρησκεία».
6) Θεωρούμε ότι συνιστά διαδικαστικό εμπόδιο η υποχρέωση αυτοπρόσωπης παρουσίας του αιτούντος διεθνή προστασία κατά τη συζήτηση της προσφυγής του σε δεύτερο βαθμό επί ποινή απόρριψης της προσφυγής του και η υποχρέωση κατάθεσης αιτιολογημένου δικογράφου για την προσφυγή, χωρίς ταυτόχρονα να παρέχεται δωρεάν στον προσφεύγοντα νομική βοήθεια (άρθρο 78 παρ. 3 και 93).
7) Διαφωνούμε με τη διάταξη του άρθρου 115, σύμφωνα με την οποία αρμόδιο δικαστήριο για την εξέταση των αιτήσεων ακύρωσης κατά των πράξεων των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών καθίσταται πλέον το διοικητικό πρωτοδικείο. Μάλιστα η κατά τόπο αρμοδιότητα δεν κατανέμεται σε όλα τα διοικητικά πρωτοδικεία παρά μόνο σε αυτά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Καταρχάς θεωρούμε ότι δυσχεραίνεται η πρόσβαση των ενδιαφερόμενων στο δικαστήριο, καθόσον οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να μεριμνήσουν για την εκδίκαση της υπόθεσής τους στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη. Περαιτέρω, τα διοικητικά εφετεία είναι ανώτερα δικαστήρια και συνεπώς έχουμε μια υποβάθμιση της δικαστικής προστασίας. Άλλωστε, η διαχείριση των υποθέσεων αυτών από τα διοικητικά εφετεία αποδείχθηκε έως σήμερα επιτυχής. Εξάλλου, η κατά τόπο αρμοδιότητα πρέπει να κατανέμεται αφηρημένα με βάση αντικειμενικά κριτήρια και όχι ενόψει της παρούσας δυνατότητας επάνδρωσης των δικαστηρίων στα οποία θα έπρεπε αυτή να ανήκει. Σε κάθε περίπτωση θα υπερφορτωθούν δυσανάλογα τα δύο αυτά διοικητικά πρωτοδικεία.
8) Θεωρούμε ότι η παρουσία του εμπειρογνώμονα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, ως εκ της θεωρητικής του κατάρτισης και της εμπειρίας του επί των διαδικασιών χορήγησης ασύλου, είναι κατάλληλη για τη θέση του εισηγητή. Διαφωνούμε με την πρόβλεψη για μονομελή σύνθεση των Επιτροπών στις ειδικά οριζόμενες περιπτώσεις, ρύθμιση η οποία ενδέχεται να κριθεί αντισυνταγματική. Θεωρούμε, τέλος, ότι η ανανέωση της θητείας δικαστικού λειτουργού στις Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών πρέπει να επιτρέπεται μόνο μία φορά (δύο θητείες το πολύ).